Το άρθρο αυτό άρθρο αναφέρεται στο θέμα της διόρθωσης απόφασης πολιτικών δικαστηρίων.
Το ερώτημα που θα απαντηθεί στο παρόν είναι αν εκδοθεί από αστικά δικαστήρια απόφαση με λάθη κατά τη σύνταξή της κατά πόσο μπορεί να διορθωθεί αυτή και με ποιό τρόπο ?
Υπάρχει όντως περίπτωση στη πράξη να παρατηρηθούν τέτοια προβλήματα και οπωσδήποτε θα πρέπει να διορθώνονται εγκαίρως οι σχετικές αποφάσεις.
- Ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας προβλέπει διαδικασία διόρθωσης δικαστικής απόφασης, αλλά και ερμηνείας της στο 10 Κεφάλαιο στα άρθρα 315 -320. Συγκεκριμένα όσον αφορά τη διόρθωση της απόφασης το άρθρο 315 Κ.Πολ. Δ. ορίζει ότι:
"Αν από παραδρομή κατά τη σύνταξη της απόφασης περιέχονται
λάθη γραφικά ή λογιστικά ή το διατακτικό της διατυπώθηκε κατά τρόπο ελλειπή ή ανακριβώς, το δικαστήριο που την έχει εκδώσει μπορεί, αν το
ζητήσει κάποιος διάδικος ή και αυτεπαγγέλτως, να τη διορθώσει με νέα απόφασή του."
Από τη διάταξη αυτή, η οποία ως εξαιρετική υπηρετεί στα πλαίσια της επιταγής για ασφάλεια δικαίου τον κύριο σκοπό της δίκης, που είναι η δικαιοσύνη, συνάγεται ότι μπορεί να γίνει διόρθωση των σφαλμάτων της απόφασης, που οφείλονται σε ασυμφωνία αυτών που ήθελε το δικαστήριο και εκείνων που έχουν διατυπωθεί στην απόφαση, έστω κι αν από τη διόρθωση της ανακρίβειας της διατύπωσης επέρχεται μεταβολή στο διατακτικό, αφού η μεταβολή αυτή, η οποία επιτρεπόμενη από το νόμο δεν ανατρέπει αλλά διατυπώνει ορθά την αληθή δικαιοδοτική βούληση, δεν αποτελεί παραβίαση του δεδικασμένου. Η δε παραδρομή, στην οποία οφείλονται τα λάθη, αρκεί να προκύπτει από την όλη διάρθρωση της απόφασης και των συμβάντων κατά τη σύνταξή της (ΑΠ 1259/2002 ΕλλΔνη 2003, 130). Δεν επιτρέπεται διόρθωση, όταν τα σφάλματα που αποδίδονται στην απόφαση αναφέρονται στην ερμηνεία ή την εφαρμογή ουσιαστικής διάταξης νόμου ή στην εκτίμηση των αποδείξεων, διότι αυτό θα οδηγούσε σε αναδίκαση της υπόθεσης και προσβολή του δεδικασμένου (ΑΠ 5/1992 ΝοΒ 1992, 708, ΕφΘεσ 718/1995 ΕλλΔνη 37, 179, ΕφΘεσ 3117/1988 ΕλλΔνη 1989, 993).
Επιπλέον, η διάταξη του άρθρου 318 παρ.1 ΚΠολΔ προβλέπει ότι η συζήτηση γίνεται κατά τη διαδικασία με την οποία εκδόθηκε η απόφαση που διορθώνεται και αφού κληθούν οκτώ τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συζήτηση όλοι οι διάδικοι που αναφέρονται στην απόφαση. Αν τη διόρθωση την προκαλεί το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως, η κλήση των διαδίκων γίνεται με την επιμέλεια της
γραμματείας του δικαστηρίου. Ακολουθούν αυτούσιες οι σχετικές διατάξεις του Κ.Πολ.Δ.:
ΠΕΡΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΔΙΟΡΘΩΣΗΣ ΚΑΙ
ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ
Αρθρο 315.- Αν από παραδρομή κατά τη σύνταξη της απόφασης περιέχονται
λάθη γραφικά ή λογιστικά ή το διατακτικό της διατυπώθηκε κατά τρόπο
ελλειπή ή ανακριβώς, το δικαστήριο που την έχει εκδώσει μπορεί, αν το
ζητήσει κάποιος διάδικος ή και αυτεπαγγέλτως, να τη διορθώσει με νέα
απόφασή του.
Αρθρο 316.- Αν απόφαση είναι διατυπωμένη με τρόπο που γεννά
αμφιβολίες ή είναι ασαφής, το δικαστήριο που την έχει εκδώσει μπορεί,
αν το ζητήσει κάποιος διάδικος, να την ερμηνεύσει με νέα του απόφαση
έτσι που η έννοιά της γίνει αναμφίβολη, η ερμηνεία όμως δεν μπορεί ποτέ
να αλλάξει το διατακτικό της απόφασης που ερμηνεύεται.
Αρθρο 317.- 1. Η αίτηση διόρθωσης ή ερμηνείας μιας απόφασης πρέπει,
εκτός από όσα ορίζει το άρθρο 118, να αναφέρει με σαφήνεια και τα λάθη
ή τις παραλείψεις ή τις ανακρίβειες που ζητείται να διορθωθούν ή τα
αμφίβολα σημεία ή τις ασάφειες που ζητείται να ερμηνευθούν.
2. Η αίτηση κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου που εξέδωσε
την απόφαση και συντάσσεται σχετική έκθεση.
3. Αν ο πρόεδρος ή ο δικαστής του μονομελούς πρωτοδικείου ή ο
ειρηνοδίκης θεωρούν αναγκαίο να διορθωθεί η απόφαση, ορίζουν
αυτεπαγγέλτως δικάσιμο για τη Συζήτηση.
Αρθρο 318.- Η Συζήτηση στο ακροατήριο γίνεται κατά τη διαδικασία με
την οποία εκδόθηκε η απόφαση που διορθώνεται ή ερμηνεύεται, και αφού
κληθούν οκτώ τουλάχιστον ημέρες πριν από τη Συζήτηση όλοι οι διάδικοι
που αναφέρονται στην απόφαση. Αν τη διόρθωση την προκαλεί το δικαστήριο
αυτεπαγγέλτως, η κλήση των διαδίκων γίνεται με την επιμέλεια της
γραμματείας του δικαστηρίου.
2. Αν κατά τη Συζήτηση της αίτησης δεν εμφανίζεται κάποιος διάδικος
που κλητεύθηκε νόμιμα, η διαδικασία προχωρεί σαν να ήταν παρόντες όλοι
οι διάδικοι και, αν δεν κλητεύθηκε νόμιμα, η Συζήτηση αναβάλλεται και το
δικαστήριο διατάζει να κλητευθεί.
Αρθρο 319.- Οι αποφάσεις που εκδίδονται σε αιτήσεις για διόρθωση ή
ερμηνεία μιας απόφασης μπορούν να προσβληθούν με όλα τα ένδικα μέσα με
τα οποία θα μπορούσε να προσβληθεί η απόφαση που ζητήθηκε να διορθωθεί
ή να ερμηνευθεί, εκτός από την Ανακοπή Ερημοδικίας.
Αρθρο 320.- Η διορθωτική ή ερμηνευτική απόφαση σημειώνεται στο
πρωτότυπο της απόφασης που διορθώνεται ή ερμηνεύεται, και πρέπει στα
αντίγραφα, τα απόγραφα ή τα αποσπάσματά της να αναγράφεται ο αριθμός
και η ημερομηνία της διορθωτικής ή ερμηνευτικής απόφασης.
Γιώργος Π. Γιαγκουδάκης, Δικηγόρος Καβάλας
Διαζύγια - Ποινικά - Ιντερνετ
Για περισσότερες πληροφορίες
σχετικά με το δικηγορικό γραφείο μου
επισκεφθείτε το site μας
Σχετική νομολογία (Αποσπάσματα αποφάσεων)
490/2010 ΕΦ ΑΘ
"Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 319 ΚΠολΔ «Οι αποφάσεις που εκδίδονται σε
αιτήσεις για διόρθωση ή ερμηνεία μιας απόφασης μπορούν να προσβληθούν με
όλα τα ένδικα μέσα με τα οποία θα μπορούσε να προσβληθεί η απόφαση που
ζητήθηκε να διορθωθεί ή να ερμηνευθεί, εκτός από την ανακοπή ερημοδικίας».
Από τις διατάξεις των άρθρων 315 και 320 ΚΠολΔ προκύπτει ότι η διορθωτική
απόφαση δεν έχει αυτοτέλεια, αλλά αποτελεί τμήμα της διορθούμενης απόφασης,
για το λόγο αυτό, άλλωστε, η ενέργεια της τελευταίας ανατρέχει στο χρόνο
δημοσίευσης της απόφασης που διορθώνεται. Η ενότητα, όμως, της διορθωτικής
απόφασης με την απόφαση που διορθώθηκε διασπάται όσον αφορά τα ένδικα μέσα,
αφού καθεμία από αυτές υπόκειται και προσβάλλεται αυτοτελώς για σφάλματα που
εμφιλοχώρησαν κατά τη διαδικασία έκδοσης τους.
Συνέπεια της άρσης της ενότητας των δύο αυτών αποφάσεων σε σχέση με τα ένδικα
μέσα είναι ότι το ένδικο μέσο κατά της απόφασης που διορθώθηκε δεν πρέπει να
απευθύνεται και κατά της διορθωτικής απόφασης, εφόσον μ` αυτό (ένδικο μέσο)
δεν προσβάλλεται πλημμέλεια της τελευταίας απόφασης, ενώ η έκδοση της
διορθωτικής απόφασης δεν παρέχει, κατά κανόνα, νέα προθεσμία προς άσκηση
ενδίκου μέσου, εκτός αν προβάλλεται λόγος έφεσης κατ` αυτής (ΑΠ 194/1998, ΑΠ
643/1993 δημ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 3461/2008 ΕλλΔνη 2008.1473). "
========
43/2007 ΑΠ
"Κατά δε το άρθρο 319 ΚΠολΔ οι αποφάσεις που εκδίδονται σε αιτήσεις για
διόρθωση ή ερμηνεία μιας απόφασης μπορούν να προσβληθούν με όλα τα ένδικα
μέσα με τα οποία θα μπορούσε να προσβληθεί η απόφαση της οποίας ζητήθηκε η
διόρθωση ή ερμηνεία εκτός από την ανακοπή ερημοδικίας. Από το συνδυασμό των
ως άνω διατάξεων σαφώς προκύπτει ότι η διόρθωση της αποφάσεως από το
δικαστήριο που την εξέδωκε μπορεί να γίνει κι΄ αν η υπόθεση ευρίσκεται
ενώπιον ανωτέρου δικαστηρίου συνεπεία ασκήσεως ενδίκου μέσου (ΑΠ 1007/1997),
πολύ δε περισσότερο μετά την απόρριψη του ενδίκου αυτού μέσου εναντίον της
και τη μη εξαφάνισή της, οπότε κατά το χρόνο υποβολής της σχετικής αιτήσεως,
αυτή εξακολουθεί να διατηρεί τη νομική της ύπαρξη όπως και προηγουμένως. "
=====
962/2007 ΑΠ
"Επειδή, κατά το άρθρο 315 Κ.Πολ.Δ., αν από παραδρομή κατά τη σύνταξη της
απόφασης περιέχονται λάθη γραφικά ή λογιστικά ή το διατακτικό της διατυπώθηκε
κατά τρόπο ελλιπή ή ανακριβώς, το δικαστήριο, που την έχει εκδώσει, μπορεί,
αν το ζητήσει κάποιος διάδικος ή και αυτεπαγγέλτως, να τη διορθώσει με νέα
απόφασή του. Επίσης, κατά το άρθρο 319 Κ.Πολ.Δ., οι αποφάσεις, που εκδίδονται
σε αιτήσεις για διόρθωση μιας απόφασης, μπορούν να προσβληθούν με όλα τα
ένδικα μέσα, με τα οποία θα μπορούσε να προσβληθεί η απόφαση, που ζητήθηκε να διορθωθεί, εκτός από την ανακοπή ερημοδικίας. Από τον συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι το δικαστήριο, που εξέδωσε την απόφαση, είναι αρμόδιο για τη διόρθωση αυτής και αν ακόμη η υπόθεση βρίσκεται ενώπιον ανωτέρου δικαστηρίου μετά από άσκηση ενδίκου μέσου, έστω και αν το ένδικο μέσο στηρίζεται στη διορθωτέα παραδρομή. Επομένως, η σωρευόμενη στο δικόγραφο της αναιρέσεως αίτηση περί διορθώσεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως ως προς το επώνυμο του Προέδρου Εφετών, που μετέσχε στη σύνθεση του εκδώσαντος αυτή ως άνω Δικαστηρίου, το οποίο από παραδρομή έχει παραλειφθεί κατά τη σύνταξή της, είναι απαράδεκτη και πρέπει να απορριφθεί. "