* Δημοσιεύτηκε 4 / 10 /2014 στην "Πρωϊνή" Εφημερίδα της Καβάλας
Πότε η άρνηση σε υπάλληλο μπορεί να τιμωρηθεί ως απείθεια κατ’ άρθ. 169 Π.Κ
Το έγκλημα της
απείθειας προβλέπεται στο άρθρο 169 του
Ποινικού Κώδικα και περιλαμβάνεται
στο 5ο Κεφάλαιο του Ειδικού Μέρους με
τον τίτλο "Εγκλήματα κατά της
πολιτειακής εξουσίας".
Είναι έγκλημα
παραλείψεως στρεφόμενο κατά της
πολιτειακής εξουσίας. Στην περίπτωση
αυτή εν αντιθέσει με το έγκλημα της
αντίστασης κατά της Αρχής (άρθρο 167 Π.Κ)
η πολιτειακή εξουσία προσβάλλεται με
την παθητική συμπεριφορά του δράστη.
Με την εν λόγω διάταξη προστατεύεται η
δημόσια τάξη καθώς και το κύρος της
δημόσιας αρχής.
Κατά το άρθρο
169 Π.Κ. "Με Φυλάκιση μέχρι έξι μηνών
τιμωρείται όποιος, ύστερα από νόμιμη
πρόσκληση, αρνείται σε κάποιον από
τους υπαλλήλους του άρθρου 13, παρ. α`,
χωρίς αντίσταση την υπηρεσία ή συνδρομή
που οφείλεται κατά το νόμο ή την
είσοδο σε οποιοδήποτε μέρος για να
επιχειρηθεί κάποια νόμιμη υπηρεσιακή
ενέργεια."
Σύμφωνα με το
άρθρο 13 παρ α' Π.Κ. :" α) υπάλληλος
είναι εκείνος στον οποίο νόμιμα έχει
ανατεθεί, έστω και προσωρινά, η άσκηση
υπηρεσίας δημόσιας, δημοτικής ή
κοινοτικής ή άλλου νομικού προσώπου
δημόσιου δικαίου".
Η απείθεια είναι
πλημμέλημα (ποινή από 10 ημέρες έως 6
μήνες φυλάκιση – άρθ. 53 ΠΚ) και διώκεται
αυτεπάγγελτα.
Απαραίτητα
στοιχεία για τη θεμελίωση του ως άνω
εγκλήματος της απείθειας είναι: α) να
υπάρχει νόμιμη υποχρέωση στο δράστη να
παράσχει υπηρεσία ή συνδρομή ή να
επιτρέψει την είσοδο σε κάποιο μέρος,
για να επιχειρηθεί νόμιμη υπηρεσιακή
ενέργεια, β) νόμιμη (εξειδικευμένη)
πρόσκληση υπαλλήλου, τέτοιος θεωρείται
μόνο εκείνος του άρθρου 13 παρ. α' του ΠΚ,
γ) άρνηση του προσκληθέντος χωρίς
αντίσταση (χωρίς τη χρήση σωματικής
βίας ή απειλής βίας), η οποία (άρνηση)
μπορεί να είναι είτε παθητική πχ. αδράνεια
του δράστη, είτε ενεργός, π.χ. με λόγια
ή με χειρονομίες. Η άρνηση συνεπώς μπορεί
να εκδηλωθεί ρητά ή και σιωπηρά με την
πάροδο του προβλεπομένου προς ενέργεια
χρονικού διαστήματος και δ) δόλος (αρκεί
και ενδεχόμενος) που πρέπει να περιλαμβάνει
τη γνώση της ιδιότητας του προσώπου που
απευθύνει την πρόσκληση ως υπαλλήλου
που ενεργεί πράξη αναγόμενη στα καθήκοντα
του και προς το οποίο απευθύνεται η
άρνηση, καθώς και τη θέληση μη συμμόρφωσης.
Η σχετική διάταξη
του άρθρου 169 του ΠΚ είναι γενική και
(σιωπηρά) επικουρική έναντι των διατάξεων
ποινικών νόμων που τυποποιούν την ίδια
συμπεριφορά. Εφαρμόζεται εφόσον δεν
υπάρχει άλλη διάταξη που να τιμωρεί
ειδικώς την συγκεκριμένη περίπτωση
απείθειας.
Ενεργητικό
υποκείμενο της απείθειας, αφού η διάταξη
του άρθρ. 169 δεν διακρίνει, μπορεί να
είναι και εκείνος που έχει την υπαλληλική
ιδιότητα. Στην περίπτωση όμως που ο
υπάλληλος καλείται νομίμως από υπάλληλο
να παράσχει υπηρεσία ή συνδρομή, η οποία
ούτως ή άλλως ανάγεται στη σφαίρα των
καθηκόντων του και πρέπει να την παράσχει,
τυχόν άρνησή του, λαμβάνει τον χαρακτήρα
της παραβάσεως καθήκοντος, εφόσον
συντρέχουν και οι λοιποί όροι του άρθρου
259 Π.Κ. και όχι της απείθειας. Υποστηρίζεται
ότι η διάταξη της παραβάσεως καθήκοντος,
έστω και αν περικλείει ρητή ρήτρα
επικουρικότητας δηλ. εφαρμόζεται μόνο
αν η πράξη δεν τιμωρείται με άλλη ποινική
διάταξη, είναι ωστόσο ειδικότερη ως
διάταξη έναντι εκείνης της απείθειας,
η οποία είναι σιωπηρά επικουρική διάταξη
και θα πρέπει σε περίπτωση συγκρούσεως
των δύο διατάξεων να υπερισχύσει η της
παραβάσεως καθήκοντος.
ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΤΟ Β' ΜΕΡΟΣ
* Δημοσιεύτηκε 6 / 10 /2014 στην "Πρωϊνή" Εφημερίδα της Καβάλας
Πότε η άρνηση
σε υπάλληλο μπορεί να τιμωρηθεί ως
απείθεια κατ’ άρθ. 169 Π.Κ. (Μέρος Β’)
Όπως προαναφέρθηκε
στο ά μέρος του άρθρου, απαιτείται,
νομιμότητα της πρόσκλησης του υπαλλήλου
προς τον προσκαλούμενο, δηλαδή ύπαρξη
διάταξης νόμου, η οποία παρέχει στον
υπάλληλο το δικαίωμα να καλέσει κάποιον
προς παροχή υπηρεσίας ή συνδρομής προς
τον καλούντα και την υπηρεσία και τη
συνδρομή αυτή να οφείλει ο καλούμενος
κατά νόμο να παράσχει στον υπάλληλο. Αν
δεν υπάρχει τέτοια ειδική διάταξη νόμου
που να επιβάλλει σαφώς την υποχρέωση
παροχής υπηρεσίας ή συνδρομής, ο
καλούμενος δεν υποχρεούται να υπακούσει
στην πρόσκληση.
Ειδικότερα
ενδιαφέρει η πρόσκληση να φέρει τον
νόμιμο τύπο της "υπηρεσιακής πρόσκλησης"
και να υπάγεται στα καθήκοντα του
υπαλλήλου που προσκαλεί, να έχει δηλαδή
τούτος υλική και τοπική αρμοδιότητα να
απευθύνει την πρόσκληση. Η υποχρέωση
αυτή πρέπει να είναι εξειδικευμένη. Η
"συνδρομή" έχει ως απαραίτητη
προϋπόθεση την επιχείρηση από το κρατικό
όργανο ορισμένης πράξης, προς την οποία
καλείται να "συνδράμει" ο πολίτης.
Η υποχρέωση ανοχής δεν ισοδυναμεί με
υποχρέωση συνδρομής. Η έννοια της
οφειλόμενης συνδρομής προϋποθέτει
υποχρέωση του καλουμένου να συμπράξει
"ως αυτόνομος προσωπικότης" και
όχι απλώς να ανεχθεί κάποια πράξη. Στις
περιπτώσεις εκείνες που ο νομοθέτης
θέλησε να καταστήσει αξιόποινη την
έλλειψη συνεργασίας του πολίτη, προχώρησε
είτε στην ρητή παραπομπή στο άρθρο 169
Π.Κ. (π.χ. το άρθρο 231 παρ. 2 του Κ.Π.Δ. για
τους μη εμφανιζόμενους μάρτυρες ή
πραγματογνώμονες) είτε στην πρόβλεψη
ειδικού εγκλήματος (π.χ. το άρθρο 27 παρ.
4 του Π.Δ. 342/1977 για την άρνηση υποβολής
σε δακτυλοσκόπηση) είτε στην ΡΗΤΗ
καθιέρωση της υποχρέωσης συνδρομής, η
παράβαση της οποίας πληροί πλέον την
υπόσταση του άρθρου 169 Π.Κ. (π.χ. το άρθρο
261 Κ.Π.Δ., που επιβάλλει στους δημόσιους
υπαλλήλους την υποχρέωση παράδοσης
εγγράφων, που μπορούν να κατασχεθούν)
(12/1998 ΓΝΜΔ ΕΙΣΠΛ ΘΕΣΣΑΛ)
Η γενική υποχρέωση
των πολιτών να συμμορφώνονται προς
τους νόμους και τις αστυνομικές διατάξεις
δεν αρκεί. Η αντίθετη άποψη παραγνωρίζει
τη βούληση του ιστορικού νομοθέτη και
δεν είναι ορθή από συστηματική άποψη.
Σύμφωνα με τη
διάταξη του άρθ. 42 ΕισΝΚΠολΔ κάθε
παραβίαση από τους διαδίκους των
αποφάσεων που διατάζουν ασφαλιστικά
μέτρα για την προσωρινή ρύθμιση της
νομής ή της κατοχής, ανεξάρτητα από τις
άλλες συνέπειές της τιμωρείται με την
ποινή του άρθ. 169 ΠΚ.
Τιμωρείται η
παραβίαση από το διάδικο όχι μόνο της
αποφάσεως ασφαλιστικών μέτρων για την
προσωρινή ρύθμιση της νομής ή της
κατοχής, αλλά και της εκδιδόμενης κατ'
εφαρμογή του ανωτέρω άρθρου 691 παρ. 2
ΚΠολΔ προσωρινής διαταγής, διότι και
αυτή είναι δικαστική απόφαση, αφού
περιέχει συγκεκριμένη δικαστική επιταγή,
που εκδίδεται από το αρμόδιο δικαιοδοτικό
όργανο, κατόπιν συνοπτικής διαδικασίας
και διαγνώσεως των λόγων που την
δικαιολογούν και εκτελείται κατά την
προβλεπόμενη ειδική διαδικασία, λόγω
της φύσεώς της.
“H παραβίαση
από το διάδικο όχι μόνο της αποφάσεως
ασφαλιστικών μέτρων για την προσωρινή
ρύθμιση της νομής ή της κατοχής, αλλά
και της εκδιδόμενης κατ εφαρμογή του
ανωτέρω άρθρου 691 παρ. 2 ΚΠολΔ προσωρινής
διαταγής, διότι και αυτή είναι δικαστική
απόφαση, αφού περιέχει συγκεκριμένη
δικαστική επιταγή, που εκδίδεται από
το αρμόδιο δικαιοδοτικό όργανο, κατόπιν
συνοπτικής διαδικασίας και διαγνώσεως
των λόγων που την δικαιολογούν και
εκτελείται κατά την προβλεπόμενη ειδική
διαδικασία, λόγω της φύσεώς της.
Επομένως, ο διάδικος που έλαβε γνώση
της προσωρινής διαταγής, υπόκειται στις
ποινές της απείθειας αν την παραβιάσει.
(1154/1990 ΑΠ ΟΛΟΜ). Απόπειρα στο έγκλημα της
απείθειας δεν χωρεί. ( Νομολογία δικαστ.
αποφάσεων: 1154/1990 ΑΠ ΟΛΟΜ, 418/2010 ΑΠ, 864/2009
ΑΠ, 373/2008 ΠΛΗΜΜ ΘΕΣΣΑΛ, 1559/2005 ΑΠ, 1008/2004 ΑΠ,
1542/2004 ΑΠ, 3100/2002 ΠΛΗΜΜ ΑΘ, 13/1999 ΠΛΗΜΜ ΑΓΡΙΝ,
18/1998 ΠΛΗΜΜ ΜΕΣΟΛ, 12/1998 ΓΝΜΔ ΕΙΣΠΛΘΕΣΣΑΛ,
1626/1997 ΠΛΗΜΜ ΑΘ, Βουλ Συμβ Πλημ Λαρ
125/1993 ) - Καλή βδομάδα.
Συντομογραφίες:
Π.Κ. = Ποινικός Κώδικας Α.Π.= Άρειος
Πάγος ΚΠολΔ = Κώδικας Πολιτικής
Δικονομίας
Γιώργος Π. Γιαγκουδάκης, Δικηγόρος Καβάλας
Διαζύγια - Ποινικά - Ιντερνετ
Για περισσότερες πληροφορίες
σχετικά με το δικηγορικό γραφείο μου
επισκεφθείτε το site μας