* Δημοσιεύτηκε 20 /9/2014 στην "Πρωϊνή" Εφημερίδα της Καβάλας
Αγαπητοί
αναγνώστες, σήμερα θα μιλήσουμε για το
έγκλημα της καταδολίευσης δανειστών.
Στη κοινή
καθομιλουμένη γλώσσα η λέξη καταδολίευση
εμπεριέχει ως έννοια το δόλο και ανάγει
σε συμπεριφορά που γίνεται από κάποιον
εσκεμμένα, όχι από άγνοια, αλλά για
“εξαπάτηση” του άλλου.
Η καταδολίευση
δανειστών προβλέπεται στο άρθρο 397 του
Ποινικού Κώδικα και περιλαμβάνεται
στο 24ο Κεφάλαιο του Ειδικού Μέρους με
τον τίτλο "Εγκλήματα κατά των
περιουσιακών δικαιωμάτων". Με τη
διάταξη αυτή ο νομοθέτης θέλησε να
προστατεύσει το περιουσιακό δικαίωμα
του δανειστού από ενέργειες κακόπιστων
οφειλετών, που προσπαθούν να ματαιώσουν
την ικανοποίηση του. Το εν λόγω έγκλημα
διώκεται κατ΄ έγκληση και τιμωρείται
σε βαθμό πλημμελήματος (Φυλάκιση μέχρι
δύο ετών ή με χρηματική ποινή, αν η πράξη
δεν υπόκειται σε βαρύτερη ποινή σύμφωνα
με άλλη διάταξη).
Κατά το άρθρο
397 Π.Κ.: "Ο οφειλέτης που με πρόθεση
ματαιώνει ολικά ή εν μέρει την ικανοποίηση
του δανειστή του, βλάπτοντας καταστρέφοντας
ή καθιστώντας χωρίς αξία, αποκρύπτοντας
ή απαλλοτριώνοντας χωρίς ισότιμο
και αξιόχρεο αντάλλαγμα οποιοδήποτε
περιουσιακό του στοιχείο, κατασκευάζοντας
ψεύτικα χρέη ή ψεύτικες δικαιοπραξίες,
τιμωρείται με Φυλάκιση μέχρι δύο ετών
ή με χρηματική ποινή, αν η πράξη δεν
υπόκειται σε βαρύτερη ποινή σύμφωνα
με άλλη διάταξη. 2. 'Ομοια τιμωρείται
όποιος επιχειρεί κάποια από αυτές
τις πράξεις υπέρ του οφειλέτη. 3. Η
ποινική δίωξη ασκείται μόνο ύστερα από
έγκληση."
Από τη διάταξη
αυτή προκύπτει ότι το έγκλημα της
καταδολίευσης δανειστών είναι υπαλλακτικώς
μικτό, υπό την έννοια ότι οι περισσότεροι
τρόποι τελέσεως της αντικειμενικής
υποστάσεως του εγκλήματος μπορούν να
εναλλαχθούν.
Για τη
στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της
καταδολίευσης δανειστών απαιτείται
αντικειμενικώς ολική ή μερική ματαίωση
της ικανοποίησης της απαιτήσεως του
δανειστή με έναν από τους εξής τέσσερις
(καθοριζόμενους υπαλλακτικώς) τρόπους:
α) με βλάβη, καταστροφή ή εκμηδένιση της
αξίας οπουδήποτε περιουσιακού στοιχείου,
β) με απόκρυψη τέτοιου στοιχείου, γ) με
απαλλοτρίωση χωρίς ισάξιο και αξιόχρεο
αντάλλαγμα και δ) με δημιουργία ψευδών
χρεών ή ψευδών δικαιοπραξιών από τον
οφειλέτη.
Ψευδής δικαιοπραξία
είναι και η εικονική, δηλαδή αυτή που
δεν γίνεται στα σοβαρά αλλά μόνο
φαινομενικά (άρθρο 138 παρ. 1 ΑΚ). Οι πιο
πάνω τρόποι τελέσεως δεν πρέπει να
αντιφάσκουν μεταξύ τους. Αντιφάσκουν
μεταξύ τους η απαλλοτρίωση χωρίς ισότιμο
και αξιόχρεο αντάλλαγμα η οποία είναι
αληθής δικαιοπραξία και η δημιουργία
ψευδών δικαιοπραξιών, όπως είναι η
εικονική.
Απαλλοτρίωση
κατά την έννοια της παραγράφου 1 του ως
άνω άρθρου είναι κάθε νομική διάθεση
με την οποία αποχωρίζεται ο οφειλέτης
τα περιουσιακά του στοιχεία, χωρίς
ισότιμο και αξιόχρεο αντάλλαγμα, εφόσον
με τη διάθεση αυτή αποκλείεται ή
ματαιώνεται η δυνατότητα του δανειστή
προς ικανοποίηση της απαιτήσεως του. Ο
αποχωρισμός αυτός και η μεταβίβαση του
περιουσιακού στοιχείου επί εκποιήσεως
ακινήτου, επέρχεται από την μεταγραφή
της συμβάσεως (άρθρα 1033, 1192 αρ.1, 1198 του
ΑΚ), στο χρόνο της οποίας τοποθετείται
και ο χρόνος τελέσεως του εγκλήματος
της καταδολίευσης δανειστών, αφότου το
μεταβιβασθέν καθίσταται νομικώς απρόσιτο
στην αναγκαστική εκτέλεση και όχι στο
χρόνο καταρτίσεως της μεταβιβαστικής
συμβάσεως, με μόνη την οποία δεν
αποξενώνεται ο οφειλέτης του περιουσιακού του στοιχείου,
αφού ο δανειστής έχει τη δυνατότητα να
ικανοποιηθεί από αυτό ολικά ή μερικά
με την επιβολή επ` αυτού αναγκαστικής
εκτελέσεως.
Ματαίωση
ικανοποίησης του δανειστή επέρχεται
με την χωρίς ισότιμο και αξιόχρεο
αντάλλαγμα απαλλοτρίωση περιουσιακού
στοιχείου του οφειλέτη. εφόσον το
απαλλοτριούμενο αποτελεί το μοναδικό
περιουσιακό στοιχείο ή όταν τα εναπομένοντα
μετά τη γενομένη απαλλοτρίωση περιουσιακά
στοιχεία, στα οποία περιλαμβάνεται το
σύνολο των δικαιωμάτων του οφειλέτη
που είναι δεκτικά χρηματικής αποτιμήσεως
και υπέγγυα σε αναγκαστική εκτέλεση,
εν όψει της αξίας τους, δεν επαρκούν για
την ολοσχερή ικανοποίηση της απαιτήσεως
του δανειστή. Τέτοιο περιουσιακό στοιχείο
αποτελεί για τον οφειλέτη και η ψιλή
κυριότητα επί του μεταβιβαζομένου
κατ΄επικαρπία πράγματος η οποία υπόκειται
σε κατάσχεση καθώς και η επικαρπία επί
του μεταβιβαζόμενου κατά ψιλή κυριότητα
πράγματος, η οποία, σύμφωνα με το άρθρο
1166 ΑΚ είναι μεν, εφόσον δεν συμφωνείται
διαφορετικά, αμεταβίβαστη, όμως το
δικαίωμα ενάσκησής της είναι μεταβιβαστό
και υπόκειται σε κατάσχεση.
Δεν αποτελεί
απαλλοτρίωση η αποποίηση ή κληρονομίας
ή κληροδοσίας ή η πληρωμή ή δόση αντί
καταβολής ληξιπρόθεσμων χρεών (εκτός
αν υπάρχει δυναναλογία μεταξύ αυτού
που δόθηκε για εξόφληση και της οφειλής
ή σε περίπτωση δημιουργίας ενοχικών
υποχρεώσεων)
Ψευδείς
δικαιοπραξίες ή χρέη είναι αυτά που
γίνονται εικονικά με σκοπό τη συγκάλυψη
της πραγματικής κατάστασης του οφειλέτη
και τη ματαίωση της ικανοποίησης του
δανειστή.
ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΤΟ Β' ΜΕΡΟΣ
Πως τελείται
το έγκλημα της καταδολίευσης δανειστών (Μέρος Β’)
Το έγκλημα της
καταδολίευσης δανειστών (άρθ. 397 Π.Κ. ),
όπως αναφέρθηκε στο α’ μέρος διώκεται
κατ΄ έγκληση και τιμωρείται σε βαθμό
πλημμελήματος (Φυλάκιση μέχρι δύο ετών
ή με χρηματική ποινή, αν η πράξη δεν
υπόκειται σε βαρύτερη ποινή σύμφωνα
με άλλη διάταξη).
Ενεργητικό
υποκείμενο του εν λόγω εγκλήματος είναι
ο οφειλέτης και ως τέτοιος νοείται ο
από οποιαδήποτε νομική αιτία υπόχρεος
προς παροχή, έχουσα περιουσιακή αξία,
κατά την παρ. 2 του άρθ. 397 ΠΚ, και ο υπέρ
του οφειλέτη επιχειρών τρίτος π.χ.
επίτροπος ανηλίκου. Επί νομικών προσώπων
δύναται να είναι μόνον ο νόμιμος
εκπρόσωπος αυτού, επομένως και ο
εκκαθαριστής του επί διαλύσεως αυτού,
οπότε τούτο λογίζεται υφιστάμενο κατά
τη διάρκεια της εκκαθαρίσεως και για
τις ανάγκες αυτής.
Παθητικό
υποκείμενο είναι ο δανειστής και ως
τέτοιος νοείται εκείνος που έχει κατά
του υπαιτίου ενοχικό δικαίωμα εξ
οιασδήποτε νομικής αιτίας προς παροχή
έχουσα περιουσιακή αξία, έστω και αν το
δικαίωμα τούτο, μη προσβληθέν ακόμη,
δεν παρήγαγε αξίωση δικαστικώς επιδιώξιμη,
ή και αν αυτή είναι ανεκκαθάριστη και
δεν επεδικάσθηκε ακόμη με δικαστική
απόφαση.
‘Ετσι, μπορεί
να υπάρχει απαίτηση, ενοχική δηλαδή
αξίωση, του δανειστή και αντίστοιχα
ενοχή, υποχρέωση δηλαδή, του οφειλέτη,
η οποία να προέρχεται, είτε εκ δικαιοπραξίας
είτε απευθείας εκ του νόμου. Μεταξύ των
τελευταίων, των εξωδικαιοπρακτικών
ενοχών, υποδιακρίνονται δύο μεγάλες
κατηγορίες: οι ενοχές εξ αδικοπραξίας
και οι εκ του αδικαιολόγητου πλουτισμού.
Συνεπώς, κατά την έννοια της άνω διατάξεως,
δανειστής είναι και αυτός που έχει
αξίωση από αδικοπραξία ή και από
αδικαιολόγητο πλουτισμό κατά κάποιου
οφειλέτη. Τέλος, ως παροχή εννοείται
οποιαδήποτε πράξη υπό ευρεία έννοια,
δηλαδή είτε θετική ενέργεια είτε
παράλειψη που έχει ως περιεχόμενο, ως
αντικείμενο, οποιοδήποτε αγαθό το οποίο
έχει οικονομική αξία και το οποίο, κατά
την 287 ΑΚ, ο μεν δανειστής δικαιούται να
απαιτήσει από τον οφειλέτη, αυτός δε
(οφειλέτης) υποχρεούται να προσπορίσει
στον δανειστή.
Πρέπει να υπάρχει
μεταξύ δράστη και παθόντος σχέση οφειλέτη
και δανειστή από κάποια νόμιμη αιτία,
δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, ενοχική,
εμπράγματη, οικογενειακού δικαίου
κ.λπ., αρκεί να είναι βάσιμη, αληθινή και
δικαστικώς επιδιώξιμη. Την ύπαρξη της
απαίτησης την κρίνει παρεμπιπτόντως
το ποινικό δικαστήριο.
Απαιτείται για
την στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής
υπόστασης του εγκλήματος δόλος, ο οποίος
περιλαμβάνει τη γνώση, έστω και με την
έννοια του ενδεχόμενου δόλου (της
αμφιβολίας),της υπάρξεως απαιτήσεως
εναντίον του από συγκεκριμένη νομική
αιτία η οποία δεν απαιτείται να είναι
εκκαθαρισμένη και δικαστικώς αναγνωρισμένη
και τη θέληση ή την αποδοχή της ματαιώσεως
της ικανοποιήσεως της απαιτήσεως του
δανειστή από τα περιουσιακά του στοιχεία.
Ως άμεσος
συνεργός του εγκλήματος κατά το άρθρο
46 παρ. 1 περιπτ. β του ΠΚ, με την ποινή του
αυτουργού τιμωρείται όποιος με πρόθεση
παρέσχε άμεση συνδρομή στο δράστη κατά
τη διάρκεια της άδικης πράξης και στην
εκτέλεση της πράξεως αυτής (κυρίας
πράξεως). Από τη διάταξη αυτή προκύπτει
ότι για τη στοιχειοθέτηση της άμεσης
συνέργειας απαιτείται: α) δόλος του
άμεσου συνεργού, δηλαδή ηθελημένη παροχή
συνδρομής στον πράττοντα εν γνώσει ότι
αυτή παρέχεται κατά την εκτέλεση της
άδικης πράξεως και β) παροχή άμεσης
συνδρομής κατά την τέλεση και κατά τη
διάρκεια εκτελέσεως της κύριας πράξεως.
Όπως προανέφερα
σε άλλο σημείο το έγκλημα αυτό είναι
κατ΄ έγκληση διωκόμενο. Συνεπώς κατά
τη διάταξη του άρθρου 117 παρ. 1 του Ποινικού
Κώδικα, όταν ο νόμος απαιτεί έγκληση
για την ποινική δίωξη κάποιας αξιόποινης
πράξης, το αξιόποινο εξαλείφεται αν ο
δικαιούχος δεν υποβάλλει την έγκληση
μέσα σε τρεις μήνες από την ημέρα που
έλαβε γνώση για την πράξη που τελέστηκε
και για το πρόσωπο που την τέλεσε ή για
έναν από τους συμμέτοχους της. - Καλή
βδομάδα σε όλους. - Πηγή Νομολογίας
δικαστηρίων: (502/2013 ΑΠ, 283/2012 ΑΠ, 862/2012 ΑΠ,
1001/2012 ΑΠ, 434/2010 ΑΠ, 499/2010 ΑΠ,866/2010 ΑΠ, 1443/2010
ΑΠ, 37/2009 ΑΠ, 1641/2009 ΑΠ,951/2008 ΑΠ,1710/2008 ΑΠ,
645/2007 ΑΠ, 387/2007 ΑΠ, 1427/2007 ΑΠ, 53/2006 ΑΠ,548/2006
ΑΠ)
Γιώργος Π. Γιαγκουδάκης, Δικηγόρος Καβάλας
Διαζύγια - Ποινικά - Ιντερνετ
Για περισσότερες πληροφορίες
σχετικά με το δικηγορικό γραφείο μου
επισκεφθείτε το site μας