Απόφαση 2178/2010 ΠΠΡ ΑΘ (απόσπασμα)
"..... Περαιτέρω, κατά την έννοια του άρθρου 1839 ΑΚ, αποκλήρωση είναι η στέρηση από μεριδούχο της νόμιμης μοίρας του με διάταξη τελευταίας βουλήσεως. Η αποκλήρωση, με το άρθρο αυτό, συνιστά την αποκλήρωση με στενή έννοια, διακρίνεται, δε, από την αποκλήρωση με ευρεία έννοια του άρθρου 1713 ΑΚ, κατά την οποία ο διαθέτης μπορεί με διαθήκη να αποκλείσει από την εξ αδιαθέτου διαδοχή συγγενή ή σύζυγο. Η αποκλήρωση με ευρεία έννοια δεν χρειάζεται καμία δικαιολογία από το διαθέτη, ούτε υπόκειται σε τύπο, όπως όμως ορίζεται και στο άρθρο 1713 ΑΚ, με την αποκλήρωση αυτή δε μπορεί ο αποκληρούμενος, εφόσον είναι και μεριδούχος, να στερηθεί τη νόμιμη μοίρα. Εξάλλου, από τον ορισμό της εν στενή έννοια αποκληρώσεως, προκύπτει ότι τα αποτελέσματα της συνίστανται στη στέρηση, από το μεριδούχο, της νόμιμης μοίρας του και ο μεριδούχος, που αποκληρώθηκε, θεωρείται ότι όεν υπήρχε κατά το χρόνο του θανάτου του διαθετη.
Για να είναι δε έγκυρη η αποκλήρωση αυτή (υπό στενή έννοια), πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: ύπαρξη διατάξεως τελευταίας βουλήσεως, βούληση του διαθέτη να στερήσει από το μεριδούχο τη νόμιμη μοίρα, ύπαρξη λόνου από τους αναφερόμενους περιοριστικά στα άρθρα 1840-1842 ΑΚ, αναφορά του λόγου αποκληρώσεως στη διαθήκη, ύπαρξη λόγου αποκληρώοεως κατά το χρόνο συντάξεως της διαθήκης και ανυπαρξία συγγνώμης (Νικ. Παπαντωνίου: ΚληρΔ, σελ 97 επ., Γεωργιάδη - Σταθόπουλο, ΑΚ τόμος IX, σελ. 510 επ. Γ. Μπαλή: ΚληρΔ παρ. 158 επομ., ΕφΑθ 6277/2003, ΕλλΔικ 2004, 1079). Ειδικότερα κατά το άρθρο 1822 ΑΚ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 25 του ν. 1329/1993, το κληρονομικό δικαίωμα, καθώς και το εξαίρετο του συζύνου που επιζεί, αποκλείονται αν ο κληρονομούμενος, έχοντας βάσιμο λόγο διαζυγίου, ασκήσει την αγωγή διαζυγίου κατά του συζύγου του.
Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι επέρχεται, αυτοδικαίως εκ του νόμου, αποκλεισμός του κληρονομικού δικαιώματος στο σύνολο του, ήτοι περιλαμβανομένης και της νόμιμης μοίρας ως και του δικαιώματος εξαίρετου του επιζώντος συζύγου, αν ο κληρονομούμενος είχε ασκήσει το διαπλαστικό του δικαίωμα να επιδιώξει τη λύση του γάμου με διαζύγιο υπό την προϋπόθεση πως είχε βάσιμο προς τούτο λόγο, δηλαδή νόμιμη αιτία που δικαιολογεί την αιτηθείσα διάπλαση (ΑΠ 766/2004 ΕλλΔνη 46. 452). Ως λόγος διαζυγίου στην πιο πάνω διάταξη νοείται το προβλεπόμενο από τα άρθρα 1439 και 1440 ΑΚ, όπως ισχύουν μετά το ν. 1329/1993, διαπλαστικό δικαίωμα του ενός από τους συζύγους κατά του άλλου να επιφέρει τη λύση του γάμου τους με δικαστική απόφαση ύστερα από άσκηση αγωνής, ο λόγος δε του διαζυγίου δεν είναι πλέον απαραίτητο να οφείλεται σε υπαιτιότητα του συζύγου που επιζεί, διότι δεν την απαιτεί η ως άνω διάταξη, η οποία είναι εναρμονισμένη με τη διάταξη του άρθρου 1439 ΑΚ, η οποία αποσυνδέει την υπαιτιότητα από το λόγο διαζυγίου (ΑΠ 432/1994 ΕλλΔνη 36 173, ΑΠ 1281/1993 ΕλλΔνη 36. 124, ΕφΑθ 864/2002 ΕλλΔνη 43. 818, ΕφΑθ 1714/2000 ΕλλΔνη 42. 793, ΕφΑθ 97/2000 ΕλλΔνη 41.1416, ΕφΑθ 9023/1991 ΕλλΔνη 35. 476, Στ Ματθία ΕλλΔνη 36. 1635).
Κατά το άρθρο 1842 ΑΚ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 26 του ν. 1329/1983, ο διαθέτης μπορεί να αποκληρώσει το σύζυγο του, αν κατά το χρόνο του θανάτου του είχε δικαίωμα να ασκήσει αγωγή διαζυγίου για βάσιμο λόγο ανανόμενο σε υπαιτιότητα του συζύγου του. Από τη διάταξη αυτή συνάνεται ότι ο διαθέτης για να έχει λόγο αποκληρώσεως του συζύγου του, πρέπει κατά το χρόνο του θανάτου του να είχε βάσιμο λόγο και ενεργό λόγο διαζυγίου που να ανάγεται σε υπαιτιότητα του, άσχετα αν είχε ασκήσει και σχετική αγωγή. ... Ως «υπαιτιότητα» θα πρέπει να θεωρηθεί κατά την έννοια του άρθρου αυτού, κάθε στοιχείο της συμπεριφοράς, του εναγομένου, που της προσδίδει χαρακτήρα ασυμβίβαστο με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το γάμο (Στέφ. Ματθίας ΕλλΔνη 36. 1635).
Τέλος, κατά το άρθρο 1843 ΑΚ, ο λόγος της αποκληρώσεως πρέπει να υπάρχει κατά το χρόνο που συντάσσεται η διαθήκη και να αναφέρεται σε αυτήν, εκείνος δε που επικαλείται την αποκλήρωση υποχρεούται να αποδείξει το λόγο αυτής (ΑΠ 1281/1993 ο.π., ΕφΑθ 3835/2003 ΕλλΔνη 45. 882, ΕφΑθ 97/2000 ο.π). Αν δεν συντρέχουν οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις, όπως λ.χ., όταν η διαθήκη συντάχθηκε από πρόσωπο ανίκανο ή δεν τηρήθηκε ο τύπος, που επιτάσσει ο νόμος, όταν ο λόγος της αποκληρώοεως δεν αναφέρεται στη διαθήκη, ή ο αναφερόμενος λόγος δεν είναι αληθινός, ή η αποκλήρωση έγινε από λόγο, που δεν προβλέπεται από το νόμο, ή γίνεται για λόγο, για τον οποίο έχει δοθεί συγγνώμη, η αποκλήρωση είναι άκυρη και ο μεριδούχος παίρνει τη νόμιμη μοίρα του, αποκλείεται, όμως για το πέραν αυτής ποσοστό της κληρονομιάς, εκτός αν προκύπτει κάτι διαφορετικό από την ερμηνεία της διαθήκης (ΑΠ 1349/2005, ΕλλΔικ 2006. 159, ΑΠ 122/1998. ΕλλΔικ 1998, 576, ΕφΑθ 4632/2007, ΕλλΔικ 2008, 281, ΕφΘεσ 2513/2005, NOMOS, ΕφΘεσ 2855/2002, Αρμ 2004, 375, ΕφΑθ 4939/1992, ΑρχΝ 1993, 104. ΕΦΑθ 2477/1991, ΑρχΝ 1993, 218). ........."