Ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, διατηρεί δικαίωμα προσωπικής επικοινωνίας με αυτό. Το δικαστήριο καθορίζει τον τρόπο κατά τον οποίο θα γίνεται η επικοινωνία
ΑΠΟΦΑΣΗ /2002 ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ (Απόσπασμα)
"...Kατά το άρθρο 1520 ΑΚ, όπως ισχύει μετά το νόμο 1329/1983, ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, διατηρεί δικαίωμα προσωπικής επικοινωνίας με αυτό, και, στην περίπτωση διαφωνίας των γονέων του ανηλίκου ως προς την άσκηση του δικαιώματος αυτού, το δικαστήριο καθορίζει τον τρόπο κατά τον οποίο θα γίνεται η επικοινωνία ( ΑΠ 719/1996 ΕΕΝ 65. 60, ΕφΘεσ 2322/1997ΕλλΔνη. 40. 359 ). Το άκρως προσωπικό αυτό δικαίωμα του γονέα για επικοινωνία με το ανήλικο τέκνο του απορρέει από το φυσικό δεσμό του αίματος και του αισθήματος στοργής προς αυτό, συντελεί δε στην ανάπτυξη του ψυχικού του κόσμου και την εν γένει προσωπικότητά του, γι’ αυτό η άσκησή του αποβλέπει κυρίως στο καλώς εννούμενο συμφέρον του τέκνου, αφού σκοπός του δικαιώματος αυτού είναι η διατήρηση του ψυχικού δεσμου γονέα και τέκνου και η δυνατότητα του άλλου γονέα άμεσης γνώσης για την ανάπτυξη της προσωπικότητας, την πνευματική ανάπτυξη και γενικά τη δυνατότητα της παρακολούθησης της όλης κατάστασης του τέκνου.
Η επικοινωνία γονέα-τέκνου στοχεύει στη διατήρηση του δεσμού ανάμεσα στα δύο μέρη, στην ψυχοσωματική ανάπτυξη του τέκνου και την άμβλυνση των συνεπειών της ανώμαλης εξέλιξης της έγγαμης συμβίωσης. Είναι τρόπος έκφρασης αισθημάτων αγάπης, ενδιαφέροντος και στοργής προς το τέκνο, τα οποία το τελευταίο απολαμβάνει από την επικοινωνία ( ΕΑ 416/1999 Αρχ. Νομ. 51. 357, ΕΑ 1461/1997 Ελλ.Δνη 38. 868 και τις εκεί παραπομπές ). Εξάλλου η ρύθμιση του παραπάνω δικαιώματος, εφόσον λειτουργεί στο πλαίσιο διατάξεων που προβλέπουν την άσκηση του δικαιώματος, αλλά και του καθήκοντος των γονέων περί τη γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου τους, για την οποία ο νόμος επιτάσσει η ρύθμιση αυτής να αποβλέπει πρωτίστως στο συμφέρον του τέκνου, γίνεται με γνώμονα πάντοτε το καλώς εννοούμενο συμφέρον του ανηλίκου.
Επομένως και το δικαστήριο, όταν ρυθμίζει την άσκηση του δικαιώματος της προσωπικής επικοινωνίας, κατόπιν ασκήσεως αγωγής, πάντοτε από το γονέα που δεν ασκεί τη γονική μέριμνα ή δεν διαμένει μαζί με το τέκνο, μη νομιμοποιουμένου εις τούτο του γονέα που ασκεί τη γονική μέριμνα ( ΕΑ 2322/1997 όπ.π., ΕΑ 1609/1995 Ελλ.Δνη. 38. 1603 ), πρέπει να προβαίνει, ενόψει των αποδεικνυομένων πραγματικών περιστατικών στη συγκεκριμένη υπόθεση και του καλώς εννοουμένου συμφέροντος του τέκνου, στην αιτούμενη ρύθμιση της προσωπικής επικοινωνίας, λαμβάνοντας υπόψη του τις προκύπτουσες συντρέχουσες συνθήκες και περιστάσεις κάτω από τις οποίες θα ασκείται το δικαίωμα αυτό εκ μέρους του γονέα ( ΑΠ 534/1991 Ελλ. Δνη 32. 1508, ΕΑ 2748/1998 Ελλ. Δνη 39/164 ), το οποίο δεν μπορεί να αποκλεισθεί, αλλά μόνο να περιορισθεί, όταν τούτο επιβάλλεται για τη διασφάλιση του συμφέροντος του τέκνου ( ΕΑ 4818/1997 Ελλ.Δνη 39. 879, ΕΑ 416/1999 όπ.π. ).
Περαιτέρω η δικαστική απόφαση πρέπει να ρυθμίζει τα της επικοινωνίας κατά το δυνατόν λεπτομερώς και πλήρως, να καθορίζει δηλαδή το είδος, τον τόπο παράδοσης και παραλαβής, τα τυχόν μεσολαβούντα πρόσωπα, με γνώμονα πάντα το συμφέρον του τέκνου και όχι την ικανοποίηση των θελήσεων καθενός από τους γονείς, οι οποίοι στη διαμάχη τους για την επικοινωνία, συχνά δεν κινούνται από πνεύμα προστασίας του συμφέροντος του τέκνου, αλλά από πνεύμα ικανοποιήσεως του εγωισμού τους ( ΕΑ 416/1999 όπ. π. ).
Τέλος οι αποφάσεις που είναι σχετικές με τη γονική μέριμνα και το δικαίωμα της επικοινωνίας, στο μέτρο που περιλαμβάνουν ρύθμιση για μελλοντικό χρόνο υπόκεινται σε ανάκληση ή μεταρρύθμιση, αν μεταβληθούν οι συνθήκες κάτω από τις οποίες εκδόθηκαν, μετά από αίτηση του γονέα ή πλησιεστέρου συγγενούς αρμόδιο δε Δικαστήριο είναι εκείνο που εξέδωσε τη σχετική απόφαση και που κρίνει κατά την ίδια διαδικασία ( βλ. ΕφΘεσ. 2322/1997 Ελλ. Δνη.40.358-359 και τις εκεί παραπομπές, ΕΑ 1903/1999 Ελλ. Δνη 42.751 ) ..."