Απόφαση δικαστηρίου γιά Πυρομαχικών κατοχή
Απόφαση υπ΄ αριθ. 857 / 2009 Αρείου Πάγου (απόσπασμα)
"....Επειδή, κατά τη διάταξη του άρθρου 15 § 1 στοιχ. α του ν. 2.168/1993 "Ρύθμιση θεμάτων που αφορούν όπλα, πυρομαχικά, εκρηκτικές ύλες, εκρηκτικούς μηχανισμούς και άλλες διατάξεις", όποιος εισάγει, κατέχει, κατασκευάζει, μετασκευάζει, συναρμολογεί, εμπορεύεται, παραδίδει, προμηθεύει ή μεταφέρει πολεμικά τυφέκια, αυτόματα, πολυβόλα, πιστόλια, περίστροφα, χειροβομβίδες, πυρομαχικά, εκρηκτικές ύλες, εκρηκτικούς μηχανισμούς και λοιπά είδη πολεμικού υλικού, με σκοπό τη διάθεσή τους σε τρίτους για διάπραξη κακουργήματος ή με σκοπό τον παράνομο εφοδιασμό ομάδων, οργανώσεων, σωματείων ή ενώσεων προσώπων, τιμωρείται με κάθειρξη, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη. Από την προεκτεθείσα διάταξη προκύπτει, ότι τυποποιείται, ως κακούργημα και τιμωρείται, εκτός άλλων, η εισαγωγή και κάθε πράξη διακίνησης, όπως η κατοχή και η μεταφορά, ορισμένων αντικειμένων, από τα προβλεπόμενα στο άρθρο 1 § 1 του πιο πάνω νόμου, μεταξύ των οποίων είναι πιστόλια, πολυβόλα, χειροβομβίδες, πυρομαχικά και γενικά είδη πολεμικού υλικού, εφόσον κάθε μια από αυτές γίνεται με σκοπό τον παράνομο εφοδιασμό, ανεξάρτητα από την πραγμάτωση αυτού, καθοριζόμενων στο νόμο αποδεκτών, και συγκεκριμένα, είτε επίδοξου δράστη κακουργήματος, είτε υπάρχοντος σωματείου, οργάνωσης, ομάδας ή ένωσης προσώπων, χωρίς ωστόσο για τη θεμελίωση του πρόσθετου αυτού υποκειμενικού στοιχείου του εγκλήματος τούτου να απαιτείται να είναι εκ των προτέρων καθορισμένο το πρόσωπο, το σωματείο, η οργάνωση, η ομάδα ή η ένωση προσώπων, στα οποία θα διαθέτονταν τα όπλα και τα πυρομαχικά αυτά. Από τα ανωτέρω παρέπεται, ότι υλικό αντικείμενο του εγκλήματος τούτου αποτελούν μόνο τα πολεμικά τυφέκια, τα αυτόματα, τα πολυβόλα, τα πιστόλια, τα περίστροφα, οι χειροβομβίδες, τα πυρομαχικά, οι εκρηκτικές ύλες, οι εκρηκτικοί μηχανισμοί και λοιπά είδη πολεμικού υλικού, δηλαδή τα όπλα, τα οποία αναφέρονται στην § 1. Περαιτέρω, όποιος εισάγει, κατέχει, κατασκευάζει, μετασκευάζει, συναρμολογεί, εμπορεύεται, παραδίδει, προμηθεύει ή μεταφέρει αντικείμενα από τα αναφερόμενα στην ανωτέρω διάταξη του άρθρου 15 § 1 του ν. 2.168/1993, διαπράττει ισάριθμα, αυτοτελή και διακεκριμένα εγκλήματα κατά την έννοια του άρθρου 94 του ΠΚ, τα οποία συρρέουν αληθώς και τιμωρούνται έκαστο αυτοτελώς, έστω και αν έχουν το ίδιο υλικό αντικείμενο, αφού στην ανωτέρω διάταξη που προβλέπει την τιμωρία του εν λόγω σωρευτικά μικτού εγκλήματος δεν εμπεριέχεται διάταξη ανάλογη με τη διάταξη του άρθρου 5 § 2 του ν. 1.729/1987 "Καταπολέμηση της διάδοσης των ναρκωτικών, προστασία των νέων και άλλες διατάξεις", που να προβλέπει την επιβολή στον υπαίτιο μιας ποινής, αν η πράξη έχει τελεστεί με περισσότερους τρόπους (εισαγωγή, εξαγωγή, κατοχή, πώληση, μεταφορά κλπ.) και αφορά την ίδια ποσότητα πολεμικών όπλων κλπ. από τα απαριθμούμενα στο άρθρο 15 § 1 του ν. 2.168/1993. Κατοχή, κατά την έννοια των άρθρων 7 και 15 του ν. 2.168/1993, είναι η σχέση μεταξύ του κατόχου και των κατεχόμενων όπλων και πυρομαχικών, με βάση την οποία ο κάτοχος έχει τη δυνατότητα άσκησης φυσικής εξουσίας επ' αυτών και διαθέσεώς τους κατά τη βούλησή του, μεταφορά δε η μετακίνηση των όπλων από τόπο σε τόπο με οποιοδήποτε τρόπο και μέσο.
Εξετέρου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 § 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 § 1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σ' αυτή με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, που αποδείχθηκαν από τη διαδικασία στο ακροατήριο, σχετικά με τα αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία του εγκλήματος, οι αποδείξεις που θεμελίωσαν τα περιστατικά αυτά και οι νομικοί συλλογισμοί, με τους οποίους το δικαστήριο υπήγαγε τα περιστατικά, που αποδείχθηκαν, στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφάρμοσε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο, και αρκεί να αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα γενικώς κατά το είδος τους, χωρίς να εκτίθεται τι προέκυψε χωριστά από το καθένα από αυτά, αρκεί ωστόσο να συνάγεται από την απόφαση, ότι όλα τα αποδεικτικά μέσα έχουν ληφθεί υπόψη και εκτιμηθεί. Δεν αποτελούν, όμως, λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχέτισης, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Τέλος, κατά το άρθρο 510 § 1 στοιχ. Ε' του ΚΠΔ, λόγο αναίρεσης της απόφασης συνιστά και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως υπάρχει, όταν το δικαστήριο αποδίδει σ' αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται, όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε ορθώς τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν, στην εφαρμοσθείσα διάταξη, αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάσθηκε εκ πλαγίου, για τον λόγο ότι έχουν εμφιλοχωρήσει στο πόρισμα της απόφασης, που περιλαμβάνεται στον συνδυασμό του διατακτικού προς το σκεπτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης...."