Απόφαση δικαστηρίου για διαζύγιο λόγω ισχυρού κλονισμού
Απόφαση υπ΄ αριθ.477/2012 Αρείου Πάγου (απόσπασμα)
"....Περαιτέρω, κατά το άρθρο 1439 παρ. 1 Α.Κ., καθένας από τους συζύγους μπορεί να ζητήσει διαζύγιο, όταν οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονισθεί τόσο ισχυρά, από λόγο που αφορά το πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο συζύγων, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της εγγάμου συμβιώσεως να είναι αφόρητη για τον ενάγοντα. Με τη διάταξη αυτή καθιερώνεται ως λόγος διαζυγίου ο αντικειμενικός κλονισμός της εγγάμου σχέσεως χωρίς να απαιτείται το στοιχείο της υπαιτιότητος για να δύναται να ζητηθεί το διαζύγιο. Ετσι ο ενάγων, για τη θεμελίωση και παραδοχή της αγωγής του, θα πρέπει να επικαλεσθεί και αποδείξει ότι ο γάμος έχει κλονισθεί από ορισμένα γεγονότα που αναφέρονται στο πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο συζύγων με την έννοια της υπάρξεως αιτιώδους συνδέσμου ανάμεσα στα αντικειμενικώς πρόσφορα κλονιστικά της εγγάμου σχέσεως γεγονότα αυτά και στο πρόσωπο του εναγομένου συζύγου του ή και των δύο και ότι ο κλονισμός είναι τόσο ισχυρός ώστε βασίμως η εξακολούθηση της εγγάμου συμβιώσεως έχει καταστεί γι` αυτόν αφόρητη.
Αν το κλονιστικό γεγονός αφορά και τους δύο συζύγους, το προς διάζευξη δικαίωμα γεννάται ανεξαρτήτως από το ποιόν από τους δύο βαρύνει περισσότερο η ύπαρξή του και από το αν υπάρχει υπαιτιότητα στο πρόσωπο του ενός μόνο. Αν όμως το κλονιστικό γεγονός συνδέεται αποκλειστικώς με το πρόσωπο του ενάγοντος, δεν γεννάται υπέρ αυτού δικαίωμα διαζεύξεως με βάση την πιο πάνω διάταξη του άρθρου 1439 παρ.1 Α.Κ. Το ότι για τη λύση του γάμου είναι πλέον αδιάφορο αν ο κλονισμός οφείλεται σε υπαίτιο ή ανυπαίτιο κλονιστικό γεγονός σημαίνει ότι στη δίκη διαζυγίου δεν δικαιολογείται σε καμία πλευρά έννομο συμφέρον για την έρευνα της υπαιτιότητος, το δε δεδικασμένο της διαπλαστικής αποφάσεως του διαζυγίου δεν εκτείνεται σε ζητήματα υπαιτιότητος σε καμία περίπτωση ούτε και στη δίκη διατροφής μετά το διαζύγιο, όπως προβλέπει το άρθρο 1442 Α.Κ., ενόψει της διατάξεως του άρθρου 1444 παρ. 1 Α.Κ. Αντικείμενο δε της δίκης διαζυγίου είναι όχι η δικαστική διάγνωση του λόγου διαζυγίου, που δικαιολογεί την απαγγελία του διαζυγίου, αλλά το διαπλαστικό αποτέλεσμα της λύσεως του γάμου. Κατ` ακολουθίαν τούτων, αν ασκηθούν δύο αντίθετες αγωγές, με τις οποίες ο καθένας από τους συζύγους ζητεί τη λύση του γάμου για ισχυρό κλονισμό της εγγάμου σχέσεως από λόγο που αφορά το πρόσωπο του άλλου συζύγου, και το δικαστήριο έκανε δεκτές και τις δύο, διότι έκρινε ότι ο κλονισμός αφορά το πρόσωπο και των δύο συζύγων, τότε εν όψει του, κατά τα προεκτεθέντα, αντικειμένου της δίκης περί διαζυγίου και του δεδικασμένου που παράγεται από την απόφαση αυτή, καθένας από τους συζύγους θεωρείται ότι νίκησε, διότι με την παραδοχή και των δύο αγωγών, επήλθε η έννομη συνέπεια, την οποία επιδίωκαν αμφότεροι οι διάδικοι με το αίτημα των αγωγών τους. Το γεγονός ότι η απόφαση περιέχει αιτιολογίες δυσμενείς για τον καθένα διάδικο, δηλαδή δέχεται ότι ο κλονισμός της έγγαμης σχέσεως επήλθε εξαιτίας γεγονότων που αφορούν και το πρόσωπό του, δεν ασκεί καμία δυσμενή επιρροή στις έννομες σχέσεις του, αφού από τις αιτιολογίες αυτές, που δεν έχουν στοιχεία διατακτικού, δεν παράγεται δεδικασμένο για ζητήματα υπαιτιότητας σε άλλη δίκη.
Συνεπώς, κανένας από τους διαδίκους συζύγους, δεν έχει στην περίπτωση αυτή, αν και νίκησε, έννομο συμφέρον να ασκήσει το ένδικο μέσον της αναιρέσεως κατά της αποφάσεως του δικαστηρίου της ουσίας. Κατά μείζονα λόγο, δεν υφίσταται έννομο συμφέρον για την άσκηση αναιρέσεως από τον ένα μόνο διάδικο, κατά της αποφάσεως επί της ουσίας και δη κατά το μέρος που δέχθηκε την αγωγή του αντιδίκου του, αφού, με την παραδοχή της δικής του αγωγής, επήλθε, λόγω του αμετακλήτου της αποφάσεως, ως προς την αγωγή του αυτή, το διαπλαστικό αποτέλεσμα της λύσεως του γάμου και δεν υπάρχει πλέον το αντικείμενο της δίκης (Α.Π. 1514/2010, Α.Π. 28/2009, 13/2009, 170/2008, 1756/2006, 669/2005)....."